virtuality

Προφορά της λέξης:  US [vətjʊ'ælɪtɪ] UK [vətjʊ'ælɪtɪ]
  • WebΕικονική? Εικονικό σεξ? Σε πραγματικούς όρους
n.
1.
την εγγενή ικανότητα ή τη δυνατότητα να τεθούν σε ισχύ