- adj.Δεν μπορούμε να κλείσουμε (διαφορές, γνώμες, κλπ)? Δυνατή η επικοινωνία
- WebΑνυπέρβλητο έργο. Δεν μπορεί να ξεπεραστεί; Αγεφύρωτο
adj. | 1. χρησιμοποιείται για την περιγραφή των προβλημάτων ή διαφορών μεταξύ των ανθρώπων που είναι τόσο μεγάλη ότι θα ποτέ να λυθεί ή τησαν |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: unbridgeable
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το unbridgeable, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με unbridgeable, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν unbridgeable ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με unbridgeable
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : un b br bri bridge r rid ridge id g e a ab able b e
- Βασίζεται σε unbridgeable, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: un nb br ri id dg ge ea ab bl le
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με unbridgeable από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με unbridgeable :
unbridgeable -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν unbridgeable :
unbridgeable -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με unbridgeable :
unbridgeable