trigeminal

Προφορά της λέξης:  US [traɪ'dʒemənl] UK [traɪ'dʒemɪnl]
  • adj.«Λύση» του τριδύμου νεύρου
  • n.Τριδύμου νεύρου
  • WebΤριπλό? Γεύσεις της λειτουργίας του τριδύμου νεύρου
adj.
1.
σχετικά με, ή που αφορούν ένα τρίδυμο νεύρο