- n.Ο ιδιοκτήτης? Από πόρτα σε πόρτα πωλητής? Παράδοση από τον άνθρωπο? Πωλήσεων εμπόρων
- WebΧονδρικής και λιανικής · Tradesperson? Μικρός επιχειρηματίας
n. | 1. ένας άνθρωπος που έχει εκπαιδευτεί να κάνει ένα εξειδικευμένο δουλειά χρησιμοποιώντας τα χέρια του2. κάποιον που πωλεί αγαθά |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: tradesman
-
Βασίζεται σε tradesman, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
b - bandmaster
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το tradesman, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με tradesman, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν tradesman ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με tradesman
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : t trad trade trades r rad a ad ade de desman e es s m ma man a an
- Βασίζεται σε tradesman, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: tr ra ad de es sm ma an
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με tradesman από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με tradesman :
tradesman -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν tradesman :
tradesman -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με tradesman :
tradesman