theorem

Προφορά της λέξης:  US [ˈθiərəm] UK [ˈθɪərəm]
  • n.Θεώρημα (δείκτης)
  • WebΑρχή του νόμου δικαίου
n.
1.
μια δήλωση, ιδιαίτερα στα μαθηματικά, το που μπορεί να αποδειχθεί για να είναι αληθινό, με σκεπτικό