technocracy

Προφορά της λέξης:  US [tekˈnɑkrəsi] UK [tekˈnɒkrəsi]
  • n.Έμπειρο σύστημα του διοικητικό? Εμπειρογνώμονες και πολιτική
  • WebΤεχνοκράτες? Τεχνικός κανόνας? Τεχνοκρατία
n.
1.
μια κυβέρνηση ή κοινωνικό σύστημα, ελέγχεται από επιστήμονες και άλλους τεχνικούς εμπειρογνώμονες