sympathizer

Προφορά της λέξης:  US [ˈsɪmpəˌθaɪzər] UK [ˈsɪmpəθaɪzə(r)]
  • n.Υπεύθυνος έγκρισης? Υποστηρικτής
  • WebΣυμπαθούντες του? Μερίδιο? Αντήχηση
n.
1.
κάποιον που εγκρίνει και υποστηρίζει κάποιος ή κάτι