swordsman

Προφορά της λέξης:  US [ˈsɔrdzmən] UK [ˈsɔː(r)dzmən]
  • n.Ο ξιφομάχος
  • WebΞίφη άνθρωπος? Ξιφομάχος? Ξιφομάχος
n.
1.
κάποιον που χρησιμοποιεί ένα σπαθί, ειδικά σε ένα επιδέξιο τρόπο