stanza

Προφορά της λέξης:  US [ˈstænzə] UK ['stænzə]
  • n.Τμήμα
  • WebΤμήμα στροφές?
n.
1.
ένα τμήμα του ένα ποίημα που αποτελείται από μια ομάδα από γραμμές που σχηματίζουν μια μονάδα σε ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται μέσω το όλο ποίημα