sparling

Προφορά της λέξης:  UK ['spɑːlɪŋ]
  • n."Κίνηση" (Ευρωπαϊκή) αθερίνα (Osmerus eperlanus)
  • WebΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟ ΠΑΡΟΧΟΜΕΤΡΟ
n.
1.
μια κοινή ευρωπαϊκή αθερίνα.
2.
ένα ανώριμο ρέγγα