smearier

  • adj.Βρώμικο? λάδι? επικαλυμμένα με
  • WebΜολυνθεί από ρύπανση ρύπανση
adj.
1.
μουτζούρες στο, εύκολα κηλιδωμένη, ή ενδέχεται να δυσφημιστεί
2.
έχοντας ή καλυμμένα με επιχρίσματα