rodded

Προφορά της λέξης:  US [rɑd] UK [rɒd]
  • n.Ράβδος "Μηχανή" μετρώντας τη ράβδο αλεξικέραυνο?
  • abbr.(=
  • WebΡάβδος ράβδος? Ρόδος
n.
1.
ένα μακρύ λεπτό μπαρ ή stick, φιαγμένα από πλαστικό, ξύλο, ή γυαλί? ένα καλάμι ψαρέματος
abbr.
1.
[Υπολογιστή] (= επανεγγράψιμο οπτικών δίσκων)
n.
abbr.
1.
[ Computer](= rewritable optical disc)