oscine

Προφορά της λέξης:  US ['ɒsˌaɪn] UK ['ɒsaɪn]
  • adj.Ωδικό
  • n.Songbird ειδών
adj.
1.
που αφορούν, χαρακτηριστική της, ή που ανήκουν στην υποομάδα μεγάλο μικρόπουλων πτηνών που περιλαμβάνει περισσότερες ωδικά πτηνά