operatives

Προφορά της λέξης:  US [ˈɑp(ə)rətɪv] UK [ˈɒp(ə)rətɪv]
  • adj.Λειτουργία? Εργασία· Αποτελεσματική? Χειρουργική επέμβαση "Γιατρός"
  • n.Βιομηχανικός εργάτης? Αμερικανικό ιδιωτικό ντετέκτιβ
  • WebΔαπάνες προσωπικού? Φορέα· Τελεστής
adj.
1.
λειτουργεί σωστά και έχοντας το σωστό αποτέλεσμα
n.
1.
κάποιος που κάνει ένα συγκεκριμένο είδος εργασίας, ειδικά σε ένα εργοστάσιο
2.
κάποιος του οποίου η δουλειά είναι να κάνουμε μυστικές εργασία, ειδικά για ένα κυβερνητικό οργανισμό