nonrecurring

Προφορά της λέξης:  UK ['nɒnrɪ'kɜːrɪŋ]
  • adj.Δεν αναπαράγονται
  • WebΜη-ανθεκτικές; Μη επαναλαμβανόμενες ή ευκαιριακή βάση· Συνεχίζεται