nebula

Προφορά της λέξης:  US [ˈnebjələ] UK [ˈnebjʊlə]
  • n.Νεφέλωμα "Heaven"? Νεφέλωμα του κερατοειδούς "Γιατρός"
  • WebΨεκασμού? Σύννεφα? Νεφέλωμα
n.
1.
[Αστρονομία] ένα πολύ μεγάλο νέφος σκόνης και αερίου που υπάρχει στο διάστημα
2.
[Ιατρική και υγειονομική περίθαλψη] μια ελαφρά θολό περιοχή ή ουλή στον κερατοειδή του ματιού
n.
1.
[ Astronomy] a very large cloud of dust and gas that exists in outer space 
2.
[ Medical & Healthcare] a faint cloudy area or scar on the cornea of the eye