memo

Προφορά της λέξης:  US [ˈmemoʊ] UK [ˈmeməʊ]
  • n.Το μνημόνιο
  • WebΠαρατηρήσεις: Σημείωση? σημειώσεις
n.
1.
< ομιλείται > ίδιο ως μνημόνιο
2.
ένα σύντομο σημείωμα που στέλνετε σε κάποιον που εργάζεστε με
n.
1.
<<>  Same as memorandum