islanders

Προφορά της λέξης:  US [ˈaɪləndər] UK [ˈaɪləndə(r)]
  • n.Οι νησιώτες? Κάτοικοι του νησιού
  • WebΝέα Υόρκη νησιώτες ομάδα? Νέα Υόρκη νησιώτες ομάδα? Νησί
n.
1.
κάποιος που ζει σε ένα μικρό νησί
n.