irreducible

Προφορά της λέξης:  US [ˌɪrɪˈdusəb(ə)l] UK [ˌɪrɪˈdjuːsəb(ə)l]
  • adj.Πια? Δεν μπορούν να απλοποιηθούν
  • WebΑνεπανόρθωτο? Αμείωτος? Δουλεία
adj.
1.
αδύνατο να κάνουν μικρότερα, πιο απλό, ή λιγότερο σημαντικό