invariable

Προφορά της λέξης:  US [ɪnˈveriəb(ə)l] UK [ɪnˈveəriəb(ə)l]
  • adj.Συνεπής? Ποτέ δεν την αλλαγή
  • n.«Ο αριθμός των» αμετάβλητα
  • WebΔεν αλλάζουν? Σταθερά? Σταθερή