- adj.Αμέσως? Αμέσως? Στιγμιαίος
- WebΑκαριαία? Στιγμιαία? Ποσοστά
adj. | 1. άμεση |
- The applause was instantaneous and overwhelming.
Πηγή: W. Golding
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: instantaneous
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το instantaneous, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με instantaneous, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν instantaneous ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με instantaneous
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : in ins s st t ta tan tanta tantan a an ant anta t ta tan a an ane ne e us s
- Βασίζεται σε instantaneous, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: in ns st ta an nt ta an ne eo ou us
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με instantaneous από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με instantaneous :
instantaneous instantaneously -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν instantaneous :
instantaneous instantaneously -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με instantaneous :
instantaneous