- v.Αναγκάζοντας (πεποίθηση ή δόγμα)
- WebΚατήχηση? Μαθήματα που πήραμε Διδασκαλία
v. | 1. να διδάξει κάποιος ένα σύνολο πεποιθήσεων τόσο λεπτομερώς ότι δεν αποδέχονται οποιεσδήποτε άλλες ιδέες |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: indoctrinate
-
Βασίζεται σε indoctrinate, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
d - indoctrinated
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το indoctrinate, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με indoctrinate, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν indoctrinate ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με indoctrinate
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : in do doc oc t r rin in na a at ate t e
- Βασίζεται σε indoctrinate, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: in nd do oc ct tr ri in na at te
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με indoctrinate από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με indoctrinate :
indoctrinate indoctrinated indoctrinates -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν indoctrinate :
indoctrinate indoctrinated indoctrinates -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με indoctrinate :
indoctrinate