helical

Προφορά της λέξης:  UK ['helɪkl] ['hi:l-]
  • adj.Σπιράλ ή σπιράλ
  • WebΣπείρα? Σπειροειδή κεραία έλικας
adj.
1.
σε σχήμα έλικα ή σπιράλ
adj.
1.