enplane

Προφορά της λέξης:  US [en'pleɪn] UK [en'pleɪn]
  • v.Αεροπορικώς
  • WebΜύγα? αεροπλάνο? κάτω από το μηχάνημα
v.
1.
να επιβιβαστείτε ή να επιτρέψετε κάποιος να επιβιβαστούν στο αεροσκάφος.