- v.Διάβρωση· Επάγγελμα (μία φορά)? Παραβιάσεις των (δικαιωµάτων)? Παρενόχληση (ζωή κάποιου, κλπ)
- WebΔιαβρωθεί? Εισβολή? Κατά
v. | 1. να πάρεις κάτι σταδιακά όπως δύναμη ή εξουσία από κάποιον άλλο2. να καλύψει την περισσότερη γη σταδιακά3. για τη σταδιακή μείωση του ποσού του χρόνου ότι κάποιος έχει διαθέσιμα για να κάνουν αυτό που θέλουν να κάνουν |
-
Αγγλική λέξη encroach δεν μπορεί να γίνει.
-
Βασίζεται σε encroach, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
l - chloracne
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το encroach, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με encroach, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν encroach ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με encroach
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : e en encroach r roa roach a ach ch h
- Βασίζεται σε encroach, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: en nc cr ro oa ac ch
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με encroach από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με encroach :
encroach -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν encroach :
encroach -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με encroach :
encroach