- n.Χημικός? Τους κατασκευαστές φαρμάκων? Ιδιοκτήτης σούπερ μάρκετ ομορφιά (πωλήσεων και των πωλήσεων, καραμέλα, τσιγάρα, κλπ)
n. | 1. κάποιος που προετοιμάζει και πωλεί φάρμακα. Ο τόπος όπου εργάζονται είναι ένα φαρμακοπώλη ή ένα φαρμακείο. Η συνηθισμένη βρετανική λέξη είναι φαρμακοποιός. |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: druggists
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το druggists, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με druggists, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν druggists ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με druggists
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : drug druggist r rug ug g g gist gists is s st t s
- Βασίζεται σε druggists, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: dr ru ug gg gi is st ts
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με druggists από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με druggists :
druggists -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν druggists :
druggists -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με druggists :
druggists