- v.Αποξένωση? Δυσαρέσκεια? Απιστία
- WebΔεν έμεινε ικανοποιημένη? Αποστάτες? Μη ικανοποιητική
v. | 1. για να γίνει κάποιος δυσαρεστημένος με κάποιον ή κάτι, ειδικά κάποιος να τους οποίους σέβονται ή πίστη βεβαιούμενης |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: disaffecting
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το disaffecting, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με disaffecting, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν disaffecting ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με disaffecting
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : dis is s a aff affect f f fe e t ti tin ting in g
- Βασίζεται σε disaffecting, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: di is sa af ff fe ec ct ti in ng
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με disaffecting από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με disaffecting :
disaffecting -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν disaffecting :
disaffecting -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με disaffecting :
disaffecting