dippier

Προφορά της λέξης:  US [ˈdɪpi] UK ['dɪpi]
  • adj.Τρελό? περίεργο
  • WebΜυαλό δεν είναι φυσιολογική? addlebrained? τρέλα
adj.
1.
ανόητη, ειδικά με την ευχάριστη ή αστείο τρόπο
adj.