- n.Μαγνητική αντίσταση? Μαγνητική αντίσταση? Anti-μαγνητική φαινομένων· Αντι μαγνητική
- WebΔιαμαγνητικά? Αντι-μαγνήτες; Διαμαγνητικά
n. | 1. μια τάση σε υλικά με μια σχετική διαπερατότητα ενός λιγότερο από να να απωθούνται από ένα μαγνητικό πεδίο και συντάσσονται καθέτως προς το |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: diamagnetism
-
Βασίζεται σε diamagnetism, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
s - diamagnetisms
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το diamagnetism, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με diamagnetism, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν diamagnetism ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με diamagnetism
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : dia a am ama m ma mag magnet a ag g ne net e et t ti tis is ism s m
- Βασίζεται σε diamagnetism, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: di ia am ma ag gn ne et ti is sm
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με diamagnetism από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με diamagnetism :
diamagnetism -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν diamagnetism :
diamagnetism -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με diamagnetism :
diamagnetism