diamagnetism

Προφορά της λέξης:  US [ˌdaɪə'mægnəˌtɪzəm] UK [ˌdaɪə'mægnɪtɪzəm]
  • n.Μαγνητική αντίσταση? Μαγνητική αντίσταση? Anti-μαγνητική φαινομένων· Αντι μαγνητική
  • WebΔιαμαγνητικά? Αντι-μαγνήτες; Διαμαγνητικά
n.
1.
μια τάση σε υλικά με μια σχετική διαπερατότητα ενός λιγότερο από να να απωθούνται από ένα μαγνητικό πεδίο και συντάσσονται καθέτως προς το