- adj.Χάος
- v."Καταστρέψει" αόριστο και την μετοχή αορίστου
- WebΚαταστράφηκαν· Η κατάρρευση? Σοκ
adj. | 1. αίσθημα πολύ σοκαρισμένος και αναστατωμένος |
v. | 1. Το παρελθόν τεταμένη και ξεβοτανίζω καταστρέφουν |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: devastated
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το devastated, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με devastated, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν devastated ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με devastated
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : de dev deva devas e v vas vast vasta a as s st stat state stated t ta tat tate a at ate t ted e ed
- Βασίζεται σε devastated, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: de ev va as st ta at te ed
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με devastated από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με devastated :
devastated -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν devastated :
devastated -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με devastated :
devastated