- n."Ελληνική ιστορία" (της αρχαίας Αττικής) αστικής περιοχής "υγεία" ΔΉΜΟ
- WebΔΉΜΟ? δυναμική? ΕΔ m
n. | 1. ένα Δήμος στην Αττική, στην αρχαία Ελλάδα2. ένα τοπικό πληθυσμό των στενά συνδεδεμένων ειδών διασταύρωση |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: deme
deem meed -
Βασίζεται σε deme, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
a - deem
b - adeem
n - edema
r - embed
s - emend
t - deems
w - demes
y - meeds
-
Όλα μικρότερη αγγλικές λέξεις εντός deme :
de dee ed em eme me med - Λίστα όλα μικρότερη αγγλικών λέξεων σε deme.
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με deme, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν deme ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με deme
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : de deme e em eme m me e
- Βασίζεται σε deme, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: de em me
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με deme από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με deme :
demeaned demeanor demented dementia demerara demerged demerger demerges demerits demersal demesnes demetons demeans dements demerge demerit demesne demeton demean dement demes deme -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν deme :
academes academe bodement bedemen demeaned demeanor demented dementia demerara demerged demerger demerges demerits demersal demesnes demetons diademed demeans dements demerge demerit demesne demeton demean dement demes deme gamodeme modemed sidemen -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με deme :
academe deme gamodeme