- v.Διασπορά (εκτελεστική εξουσία)? Εκκένωση (φυτό του πληθυσμού, και ούτω καθεξής)
- WebΑποκεντρωμένη? Αποκέντρωσης? Αποκεντρωμένη
v. | 1. να αναλάβουν την εξουσία από κεντρική κυβέρνηση ή οργανισμό και να δώσει σε διάφορες μικρότερες και πιο τοπικές αυτές |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: decentralizes
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το decentralizes, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με decentralizes, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν decentralizes ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με decentralizes
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : de dec decent e ce cen cent centra central e en t r a al li zes e es s
- Βασίζεται σε decentralizes, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: de ec ce en nt tr ra al li iz ze es
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με decentralizes από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με decentralizes :
decentralizes -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν decentralizes :
decentralizes -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με decentralizes :
decentralizes