countermen

  • n.Υπάλληλος (εστιατόριο σε μπουφέ)
  • WebΥπαλλήλου· Μικρό κατάστημα βοηθός? Υπηρεσία τομέα
n.
1.
ένας άνθρωπος που σερβίρει φαγητό σε κάποιο γκισέ, π. χ. σε δείπνο, αλλαντικά, ή luncheonette
n.