contestant

Προφορά της λέξης:  US [kənˈtestənt] UK [kən'testənt]
  • n.Ανταγωνιστή· Ανταγωνιστές
  • WebΠαίκτη? Παίκτες? Οι διαγωνιζόμενοι
n.
1.
κάποιος που παίρνει μέρος σε ένα διαγωνισμό
n.