- n.Παίκτη? Εξοριστεί για συνεργάτες? Συνεργαστεί με
- WebΣυνεργάτες? Καθηγητής συνεργασίας· Συνεργάτες
n. | 1. < αποδοκιμασίας > sb. που βοηθάει κι ένα εχθρό ή αντίπαλό του, για παράδειγμα, παρέχοντάς τους πληροφορίες2. SB. εργάζεστε με προκειμένου να παράγει κάτι |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: collaborators
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το collaborators, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με collaborators, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν collaborators ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με collaborators
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : col colla oll olla ll la lab labor a ab abo b bo bora or ora orator orators r rat rato a at t to tor tors or ors r s
- Βασίζεται σε collaborators, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: co ol ll la ab bo or ra at to or rs
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με collaborators από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με collaborators :
collaborators -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν collaborators :
collaborators -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με collaborators :
collaborators