- n.Συνεργασίας· Συνεργασία· Συνεργασία (ή εργασίες) · Συνεργάζεται με το
- WebΣυνέργεια? Συνέργεια? Συμπαιγνία
n. | 1. της διαδικασίας της εργασίας με κάποιον να παράγουν κάτι? κάτι που οι άνθρωποι παράγουν με τη συνεργασία2. βοήθεια που κάποιος δίνει κρυφά σε εχθρό ή αντίπαλό |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: collaboration
-
Βασίζεται σε collaboration, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
s - collaborations
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το collaboration, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με collaboration, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν collaboration ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με collaboration
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : col colla oll olla ll la lab labor a ab abo b bo bora or ora oration r rat rati ratio ration a at t ti io ion on
- Βασίζεται σε collaboration, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: co ol ll la ab bo or ra at ti io on
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με collaboration από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με collaboration :
collaboration -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν collaboration :
collaboration -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με collaboration :
collaboration