classis

Προφορά της λέξης:  US ['klæsɪs] UK ['klæsɪs]
  • n.««Εκκλησία της Επιτροπής· μια περιοχή της Εκκλησιαστικής Επιτροπής
  • WebΤάξη? classis?
n.
1.
σε κάποια ανασχηματισμένων εκκλησιών, ένα διοικητικό όργανο που αποτελείται από τους πρεσβύτερους και τους πάστορες
2.
μια περιοχή ή ομάδα των εκκλησιών που διέπεται από ένα classis