charms

Προφορά της λέξης:  US [tʃɑrm] UK [tʃɑː(r)m]
  • n.Γοητεία του? γοητεία του? (γοητευτικό) μαγεία? σε τηλεοράσεις υψηλής ευκρίνειας
  • v.Αφαιρώ (ανθρώπινη) ψυχή. δηλητηρίαση? μαγικά προστατευόμενη [θεραπεία]? (φίδι) το καλό
  • WebΦυλαχτά και φυλαχτά και ξόρκια
n.
1.
μια προσωπική ποιότητα που προσελκύει ανθρώπους να σας και να τους κάνει να σας αρέσει? ευχάριστη ή ελκυστικές ιδιότητες ή χαρακτηριστικά? η ποιότητα του να είναι ευχάριστη ή ελκυστική
2.
κάτι που οι άνθρωποι θεωρούν τους φέρνει τύχη? ένα μικρό αντικείμενο φορεθεί σε ένα κομμάτι του κοσμήματος
3.
κάτι που πιστεύεται ότι έχουν τη μαγική δύναμη, ειδικά μια μαγική φράση
v.
1.
να δώσει κάποιος ευχαρίστηση ή απόλαυση
2.
να κάνει σκοπίμως κάποιον σαν εσένα ώστε να κάνουν ό, τι θέλετε να κάνετε
3.
να χρησιμοποιούν μαγεία για να επηρεάσει ή να ελέγξει κάποιος ή κάτι