bewails

Προφορά της λέξης:  US [bɪˈweɪl] UK [bɪ'weɪl]
  • v.Ἐπεπόνθεε? πένθος? θρήνος? θρήνος (πάνω από, για)
  • WebΠαραπονέθηκε? γκρίνια
delight exult (in) glory (in) joy rejoice (in)
bemoan lament deplore grieve (for) mourn wail (for)
v.
1.
να διαμαρτύρονται έντονα για κάτι που σας κάνει να λυπημένος, απογοητευμένος, ή αναστατωμένος