alphabetical

Προφορά της λέξης:  US [ˌælfəˈbetɪk(ə)l] UK [.ælfə'betɪk(ə)l]
  • adj.Με σειρά αλφαβητική σειρά (πίνακας)
  • WebΑλφαβητική σειρά. Γράμματα? Με αλφαβητική σειρά
adj.
1.
τακτοποιημένος σύμφωνα με τη σειρά των γραμμάτων στο αλφάβητο
na.
1.
Η παραλλαγή του Αλφαβητικός