alkalis

Προφορά της λέξης:  US [ˈælkəˌlaɪ] UK ['ælkə.laɪ]
  • n."Hua" αλκαλίων, αλκαλίων
  • WebΒασική κλάση αλκαλιμετάλλων βασική κλάση
n.
1.
μια χημική ουσία με ένα ph αξία ένα μέτρο που χρησιμοποιείται στη χημεία της άνω των 7