jinked

Προφορά της λέξης:  UK [dʒɪŋk]
  • v.Βιαστική διαφυγής? διαφυγής? Ανθρακες αργκό (αεροσκάφους)
  • n.Βιαστικά υπαναχώρησής του. θορυβώδη παιχνίδια
  • WebΠάπια? Dodge? πάπια
n.
1.
μια γρήγορη κίνηση υπεκφυγές ή ελιγμό
v.
1.
να κάνει μια γρήγορη μετακίνηση λοξά, προκειμένου να αποφύγει κάποιος ή κάτι
2.
να αλλάξουμε κατεύθυνση γρήγορα, συνήθως, προκειμένου να αποφύγει κάποιος ή κάτι